Γενική και ειδική αντοχή στην πάλη

Κατά τη διάρκεια του Παγκοσμίου πρωταθλήματος στη Μόσχα, πραγματοποιήθηκε, παράλληλα με το αγωνιστικό πρόγραμμα, η επιστημονική διάσκεψη της FILA για το 2010. Το palema θα φιλοξενήσει ένα σημαντικό αριθμό από τις εργασίες που παρουσιάστηκαν κατά την διάρκεια της διάσκεψης αυτής, ξεκινώντας με τον καθηγητή και Διδάκτωρα της Παιδαγωγικής κο. V.G. Pashintsev.

 

Γενική και ειδική αντοχή στην πάλη

Καθηγητής Pashintsev V.G., Διδάκτωρ Παιδαγωγικής.

Η Αντοχή μπορεί να περιγραφεί ως η ικανότητα αντίστασης στην κόπωση. Γενική αντοχή είναι η ικανότητα εμφάνισης μυϊκής τάσης σχετικά χαμηλής έντασης για μεγάλο χρονικό διάστημα. Αυτό το είδος της αντοχής είναι η βάση για την ανάπτυξη όλων των άλλων τύπων αντοχής.

Η βιολογική βάση της γενικής αντοχής είναι η αερόβια ικανότητα ενός αθλητή. Κυριότερος δείκτης της αερόβιας ικανότητας είναι η μέγιστη πρόσληψη οξυγόνου (VO2 max) που μετράται σε λίτρα ανά λεπτό. Όσο περισσότερο οξυγόνο μπορεί ένας αθλητής να καταναλώσει ανά μονάδα χρόνου, τόσο περισσότερη είναι η ενέργεια που μπορεί να παράγει και, κατά συνέπεια, τόσο περισσότερο έργο μπορεί να παράξει.

Η μέγιστη πρόσληψη οξυγόνου εξαρτάται από πολλούς βιολογικούς παράγοντες με πιο σημαντικούς από αυτούς: τον όγκο αίματος που η καρδιά διακινεί ανά λεπτό και τον όγκο αίματος ενός καρδιακού κτύπου, την καρδιακή συχνότητα, την ταχύτητα του αίματος, την χωρητικότητα των πνευμόνων, το μέγιστο όριο αερισμού των πνευμόνων, τη χρήση οξυγόνου από τους ιστούς, κλπ.

Ολόκληρη η εκπαιδευτική και προπονητική διαδικασία έχει ως στόχο την προετοιμασία των αθλητών για την επιτυχή απόδοση σε αγώνες. Πως όμως είναι οι αγώνες πάλης;

Οι αγώνες διαρκούν μία (1) ημέρα, κάθε αναμέτρηση διαρκεί έξι (6) λεπτά και όπως έχει δείξει η πράξη, κάθε παλαιστής ο οποίος φτάνει στον τελικό λαμβάνει μέρος σε έξι (6) αναμετρήσεις. Έτσι, κατά τη διάρκεια μιας αγωνιστικής ημέρας ο αθλητής περνά τριανταέξι (36) λεπτά καθαρού χρόνου παλεύοντας.

Όπως μπορούμε να κρίνουμε από τα όσα ειπώθηκαν προηγουμένως, η απόδοση έργου ενός παλαιστή αποτελείται από όλες τις συνιστώσες της αντοχής: αερόβιααερόβια-αναερόβιααναερόβια-γλυκολυτική και αναερόβια-αγαλακτοξική.

Η αναερόβια-αγαλακτοξική συνιστώσα είναι υπεύθυνη για την απόδοση κατά την διάρκεια εκτέλεσης ρίψεων και τεχνικοτακτικών συνδυασμών, η αναερόβια-γλυκολυτική συνιστώσα είναι υπεύθυνη για την εκτέλεση των τεχνικών κατά τη διάρκεια ενός αγώνα, η αερόβιο-αναερόβια συνιστώσα είναι υπεύθυνη για την εκτέλεση τεχνικών σε μια σειρά από αγώνες και η αερόβια συνιστώσα βοηθά έναν αθλητή για να αποκατασταθεί το ταχύτερο δυνατό μεταξύ των αγώνων και μετά από μία διοργάνωση.

Η πάλη είναι ένα είδος δραστηριότητας, που από μόνη της δεν μπορεί να παράσχει την ευκαιρία για βελτίωση της αντοχής, έτσι για την εκτέλεση λαβών και τεχνικοτακτικών συνδυασμών είναι απαραίτητο για τους παλαιστές να διαθέτουν ήδη αρκετά υψηλό επίπεδο αντοχής.

Η γενική αντοχή μπορεί να οριστεί ως η βελτίωση της αερόβιαςαερόβιο-αναερόβιαςαναερόβιας-γλυκολυτικής και στοιχεία της αναερόβιας-αγαλακτοξικής αντοχής, μέσω διαφόρων ασκήσεων που δεν περιλαμβάνονται στο τεχνικό οπλοστάσιο ενός παλαιστή, ενώ η ειδική αντοχή μπορεί να οριστεί ως η βελτίωση των ιδίων συστατικών με τη βοήθεια ρίψεων, τεχνικοτακτικών συνδυασμών και αγώνων.

Για τη γενική αντοχή ο αθλητής πρέπει να έχει μια ισχυρή καρδιά, υγιείς πνεύμονες, αρκετή αιμοσφαιρίνη στο αίμα, υγιές ενδοκρινικό σύστημα, καλή παροχή αίματος στους μυς κατά την παραγωγή έργου, μεγάλη ποσότητα μιτοχονδρίων και υψηλή δραστηριότητα ενζύμων στις μυϊκές ίνες.

Εκτός αυτού, είναι αναγκαίο να υπάρχει καλή λειτουργία της νευρικής ρύθμισης, υπεύθυνης για το συντονισμό λειτουργίας της καρδιάς, των πνευμόνων, καθώς και των ενδοκρινών αδένων των μυϊκών ινών. Όλα αυτά μπορούν να επιτευχθούν μόνο με τη συστηματική προπόνηση, με στόχο τη βελτίωση μίας συνιστώσας της αντοχής, δημιουργώντας έτσι συνθήκες για τη βελτίωση μιας άλλης συνιστώσας.

Για να ξεπεράσει τους αντιπάλους του στην αντοχή ένας αθλητής πρέπει να παλέψει κατά την διάρκεια έξι (6) λεπτών με καρδιακή συχνότητα 198-200 χτύπους/λεπτό και είναι απαραίτητο να το επαναλάβει έξι (6) φορές κατά τη διάρκεια μιας διοργάνωσης.

 

Αερόβια συνιστώσα της αντοχής

Για την ανάπτυξη της αερόβιας συνιστώσας είναι κατάλληλη η χρήση δρόμων αντοχής. Θα πρέπει αρχικά να ξεκινούν από 30-35 λεπτά και σταδιακά να αυξηθούν ανά 5 λεπτά φτάνοντας έως τα 90 λεπτά. Η καρδιακή συχνότητα δεν πρέπει να υπερβαίνει τους 160 χτύπους/λεπτό. Είναι απαραίτητο οι συνεδρίες αυτές να μην είναι λιγότερες από είκοσι πέντε (25) για την αύξηση της αερόβιας συνιστώσας.

 

Αερόβια-αναερόβια συνιστώσα της αντοχής

Ως αποτέλεσμα της προηγούμενης προπόνησης οι αθλητές μας θα έχουν βελτιώσει όλους τους μηχανισμούς της αερόβιας αντοχής αρκετά καλά και θα έχουν δημιουργήσει τη βάση για τη βελτίωση της αερόβιας-αναερόβιας αντοχής.

Ποια είναι η διαφορά μεταξύ αυτών των δύο συνιστωσών;

Η αερόβια-αναερόβια συνιστώσα της αντοχής ορίζεται από τους ίδιους μηχανισμούς με την αερόβια συνιστώσα, αλλά η συνιστώσα αυτή περιέχει και το πρώτο στάδιο ανάπτυξης της ικανότητας αντίστασης στη συσσώρευση του γαλακτικού οξέος.

Στην πραγματικότητα, σημαντικό μέρος της ενέργειας σε υψηλό και υπομέγιστο επίπεδο ισχύος παράγεται με αναερόβιο τρόπο, προκαλώντας μέσο του γαλακτικού οξέος κορεσμό στο αίμα και τους μυς.

Κάθε αθλητής έχει το προσωπικό του κατώφλι μέχρι το οποίο μπορεί να αντέξει την συσσώρευση του γαλακτικού οξέος στο αίμα. Αθλητές με καλύτερη φυσική κατάσταση έχουν υψηλότερο κατώφλι από ό, τι λιγότερο προπονημένοι αθλητές. Αλλά μόλις ο αθλητής φτάσει το κατώφλι πέφτει η ένταση.

Οπότε το αποθεματικό αντοχής του αθλητή έχει καταπονηθεί. Αυτό σημαίνει ότι όσο πιο αργά επιτυγχάνεται το τελικό επίπεδο του γαλακτικού οξέος στο αίμα, τόσο υψηλότερη είναι η ατομική αντοχή του αθλητή.

Η μετάβαση από την αερόβια στην αναερόβια διαδικασία του ενεργειακού εφοδιασμού ορίζεται ως το κατώφλι της αναερόβιας ανταλλαγής, και όσο πιο αργά επιτευχθεί, τόσο αυξάνεται η απόδοση έργου του αθλητή. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο στο παρόν στάδιο η παιδαγωγική και προπονητική διαδικασία θα πρέπει να αποσκοπεί στην ανύψωση του αναερόβιου κατωφλιού.

Η συσσώρευση του γαλακτικού οξέος στο αίμα είναι το αποτέλεσμα δύο ταυτόχρονων διαδικασιών. Η πρώτη είναι η παραγωγή γαλακτικού οξέος κατά τη διάρκεια της αναερόβιας γλυκόλυσης. Και η δεύτερη είναι η αφαίρεση του γαλακτικού οξέος με ειδικά συστήματα ενζύμων, που επιτρέπουν την οξείδωση του γαλακτικού οξέος ή την μετατροπή του σε γλυκογόνο. Αυτό σημαίνει ότι όσο πιο ισχυρά είναι τα συστήματα αυτά τόσο μεγαλύτερη θα είναι η αντοχή του, γιατί  θα αργήσει να φτάσει στο αναερόβιο κατώφλι του και ο αθλητής θα είναι σε θέση να παράξει περισσότερο έργο με ορισμένη ένταση.

Έτσι η παιδαγωγική και προπονητική διαδικασία θα πρέπει να αποσκοπεί στη σταδιακή αύξηση της έντασης. Για την αναπτύξη της αερόβιας-αναερόβιας συνιστώσας της αντοχής, είναι σκόπιμο η μέθοδος που θα χρησιμοποιηθεί να χαρακτηρίζεται από ένα διάλειμμα ανάπαυσης μεταξύ των επαναλήψεων αρκετό για άμεση αποκατάσταση.

Το φορτίο της προπόνησης θα πρέπει να αντιστοιχεί στη χρονική διάρκεια του αγώνα, π.χ. εάν ο αγώνας διαρκεί έξι (6) λεπτά, το διάλλειμα θα πρέπει επίσης να διαρκέσει έξι (6) λεπτά, με σταδιακή μείωση της ανάπαυσης σε τρία (3) λεπτά. Θα πρέπει να επαναλαμβάνεται έξι (6) φορές, τιμή ανάλογη με τον μέγιστο αριθμό αναμετρήσεων σε μια διοργάνωση, με καρδιακό παλμό 160-185 χτύπων/λεπτό.

Στόχος είναι η σταδιακή αύξηση του καρδιακού παλμού με κάθε συνεδρία. Για να αυξηθεί η ισχύς λειτουργίας ενός αθλητή κατά την εκτέλεση μιας άσκησης, είναι σκόπιμο να χρησιμοποιούνται αλτήρες. Ο καταλληλότερος τρόπος είναι η χρήση της κυκλικής μεθόδου. Θα πρέπει να γίνουν όχι λιγότερες από είκοσι (20) τέτοιες προπονητικές συνεδρίες.

 

Η αναερόβια-γλυκολυτική συνιστώσα της αντοχής

Η ομάδα των αναερόβιων-γλυκολυτικών φορτίων προπόνησης εκπροσωπείται από ασκήσεις η επιτυχία των οποίων καθορίζεται κυρίως από τη δύναμη της αναερόβιας γλυκόλυσης. Η εκτέλεση των ασκήσεων αυτών οδηγεί στη δημιουργία ενός σημαντικού χρέους οξυγόνου. Αυτό συμβαίνει όταν η ζήτηση σε οξυγόνο υπερβαίνει την τρέχουσα πρόσληψη οξυγόνου. Η αναλογία του γαλακτικού οξέος στο αίμα του αθλητή που εκτελεί μια άσκηση αυξάνει σε μεγάλο βαθμό.

Σε σχέση με όσα έχουν προαναφερθεί η παιδαγωγική και προπονητική διαδικασία θα πρέπει να αποσκοπεί στην περαιτέρω αύξηση της έντασης, συντόμευση του χρόνου εκτέλεσης και συντήρηση του επιτευχθέντος όγκου του φορτίου προπόνησης.

Περαιτέρω αύξηση της έντασης θα οδηγήσει τους αθλητές να εκτελούν υπό συνθήκες χρέους οξυγόνου και αυτό στη συνέχεια θα οδηγήσει στην προπόνηση των αναγκαίων φυσιολογικών λειτουργιών.

Για την ανάπτυξη της αναερόβιας-γλυκολυτικής συνιστώσας της αντοχής, είναι σκόπιμο να χρησιμοποιήθει η διαλειμματική μέθοδος προπόνησης η οποία χαρακτηρίζεται από σταθερό χρόνο ανάπαυσης και εργασίας κατά τη διάρκεια της προπόνησης.

Ακολουθεί το σχεδιάγραμμα της προπονητικής συνεδρίας:

Έργο: 2 λεπτά. Ανάπαυση: 30 sec. Έργο: 2 λεπτά. Ανάπαυση: 30 sec. Έργο: 2 λεπτά. Ανάπαυση: 6 λεπτά.

Οι εν λόγω συνεδρία θα πρέπει να επαναλαμβάνεται έξι (6) φορές δηλ. να είναι σε αναλογία με τον αριθμό των αναμετρήσεων σε μία διοργάνωση. Κατά την εκτέλεση μιας άσκησης είναι απαραίτητο να αυξήθει μόνιμα η καρδιακή συχνότητα από 186 έως 195 χτύπους/λεπτό. Ο χρόνος ανάπαυσης θα πρέπει σε κάθε προπονητική συνεδρία να μειωθεί ανά τριάντα (30) δευτερόλεπτα και από τα έξι (6) στα τρία (3) λεπτά. Θα αυξήθει με τον τρόπω αυτό το χρέος οξυγόνου και θα δημιουργηθούν οι πρόσθετες προϋποθέσεις για την προπόνηση των αναερόβιων-γλυκολυτικών συνιστωσών ενός αθλητή.

Η κυκλική μέθοδος παραμένει το κύριο μέσο για την προπόνηση της αναερόβιας-γλυκολυτικής συνιστώσας της αντοχής ενός αθλητή. Οι εν λόγω προπονητικές συνεδρίες θα πρέπει να επαναληφθούν, όχι λιγότερο από δεκαπέντε (15) φορές.

 

Η αναερόβια-αγαλακτοξική συνιστώσα της αντοχής

Οι αναερόβιες-αγαλακτοξικές ασκήσεις που εκτελούνται στο μέγιστο επίπεδο της ενεργοποίησης των διαδικασιών σχετίζονται με τη μετατροπή της ενέργειας σε βάρος της ATP και της κατάλυσης της φωσφοκρεατίνης. Λόγω της υψηλής ισχύος των ασκήσεων αυτών τα αποθέματα της ATP και της φωσφοκρεατίνης απεμπλουτίζονται πολύ γρήγορα. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο η προπονητική διαδικασία θα πρέπει να στοχεύει στην ανάπτυξη των μηχανισμών της αύξησης των, ΑΤΡ και φωσφοκρεατίνης, σε επαρκές επίπεδο για την απόδοση σε μια αναμέτρηση.

Η διαλλειματική μέθοδος είναι κατάλληλη για το σκοπό αυτό. Η μέθοδος αυτή χαρακτηρίζεται από τη σύντομη περίοδο άσκησης η οποία εκτελείται με μέγιστη ταχύτητα και σχετικά μακρά περίοδο ανάπαυσης. Είναι σκόπιμο να χρησιμοποιείτε σε τέτοιες ασκήσεις ένας συνασκούμενος ως προπονητικό φορτίο, διαπέραση ανάμεσα από τα πόδια κλπ.

Ακολουθεί το σχεδιάγραμμα της προπονητικής συνεδρίας:

Μέγιστο έργο: 30 δευτερόλεπτα. Ανάπαυση: 30 δευτερόλεπτα. Μέγιστο έργο: 30 δευτερόλεπτα. Ανάπαυση: 30 δευτερόλεπτα. Μέγιστο έργο: 30 δευτερόλεπτα. Ανάπαυση: 30 δευτερόλεπτα. Μέγιστο έργο: 30 δευτερόλεπτα. Ανάπαυση: 30 δευτερόλεπτα. Μέγιστο έργο: 30 δευτερόλεπτα. Ανάπαυση: 30 δευτερόλεπτα. Μέγιστο έργο: 30 δευτερόλεπτα. Ανάπαυση: 6 λεπτά.

Αυτή η άσκηση θα πρέπει να επαναληφθεί έξι (6) φορές με καρδιακή συχνότητα από 196 έως 220 χτύπους/λεπτό. Είναι απαραίτητο να εκτελείται η κάθε άσκηση στην υψηλότερη καρδιακή συχνότητα.

Οι εν λόγω προπονητικές συνεδρίες θα πρέπει να επαναληφθούν, όχι λιγότερο από δέκα (10) φορές.

 

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Σχετικά άρθρα