Ο Επιθέρσης. Ένας πυγμάχος Ολυμπιονίκης από τις Ερυθρές

Οι Ερυθρές ήταν μια αρχαία πόλη της Ιωνίας στα δυτικά παράλια της Μικράς Ασίας απέναντι από το νησί της Χίου. Από τις Ερυθρές καταγόταν δύο γνωστές Σίβυλλες (γυναίκες με το χάρισμα της προφητείας) της αρχαιότητας. Η πόλη καταστράφηκε γύρω στον 13ο αιώνα.

του Ερρίκο Σκουλούδη

Στα ερείπια της γεννήθηκε λίγους αιώνες αργότερα ένας νέος οικισμός το Λυθρί με ακμαίο ελληνισμό που ξεριζώθηκε και αυτός το 1922 με τη Μικρασιατική καταστροφή. Πολλοί πρόσφυγες από το Λυθρί κατέληξαν στην Αττική όπου μαζί με άλλους κατοίκους από τη χερσόνησο της Ερυθραίας δημιούργησαν το προάστιο της Νέας Ερυθραίας.

Κοντά στις όχθες του ποταμού που στην αρχαιότητα λεγόταν Αλέοντας, στη νοτιοανατολική πλευρά των Ερυθρών τοποθετούν οι αρχαιολόγοι το αρχαίο γυμνάσιο και σε αυτή την περιοχή πιστεύεται ότι ίσως να υπήρχε και το στάδιο της πόλης.

Από τις Ερυθρές προερχόταν ένας πυγμάχος ο Επιθέρσης που έγινε δυο φορές Ολυμπιονίκης. Το 184 π.Χ. και στην επόμενη του 180 π.Χ.

Η επιτυχία του Επιθέρση δείχνει πως πίσω από τη νίκη του βρισκόταν μια αρκετά καλή εκπαίδευση σε αυτό το άθλημα και πως αρκετοί πολίτες των Ερυθρών ασχολούνταν με αυτό καθώς και τα αλλά αθλήματα.

Η πυγμή αναφέρεται στον Όμηρο σαν ένα από τα αγωνίσματα που έγιναν προς τιμήν του Πατρόκλου. Κατά τη μυθολογία εφευρέθηκε από τον Απόλλωνα που ήταν και προστάτης της και για αυτό το λόγο ονομαζόταν και Πύκτης (πυγμάχος). Αλλά και από τον Ηρακλή τον Θησέα και άλλους Ήρωες. Είναι γνωστό πως και ο Απόλλωνας αλλά και ο Ηρακλής λατρευόταν στις Ερυθρές.

Ο Απόλλωνας νίκησε και σκότωσε τον Φόρβα ένα πυγμάχο ο οποίος προκαλούσε τους ταξιδιώτες που περνούσαν από τους Δελφούς να ανταγωνιστούν μαζί του. Επίσης νίκησε σε αγώνα πυγμής στην Ολυμπία το θεό Άρη.

Σαν αγώνισμα στους Ολυμπιακούς αγώνες η πυγμαχία για τους ενήλικες εισάγεται την 23η Ολυμπιάδα (688 π.Χ.) και για τους παίδες στην 41η (616 π.Χ.).
Πρώτος ολυμπιονίκης πυγμάχος ήταν ο Ονόμαστος από τη Σμύρνη.

Τα ζεύγη καθοριζόταν με κλήρο. Η πυγμαχία ήταν βίαιο και συχνά θανατηφόρο αγώνισμα. Οι αντίπαλοι αγωνιζόταν μέχρις ότου ο ένας από τους δυο να πέσει αναίσθητος ή να παραδεχτεί την ήττα του δηλαδή δεν υπήρχε χρονικός περιορισμός στον αγώνα.

Σε περίπτωση που ο αγώνας κρατούσε πολύ ώρα χωρίς νικητή, οι αγωνιστές έπρεπε να κάνουν την ονομαζόμενη «κλίμακα». Δηλαδή οι πυγμάχοι στεκόταν ακίνητοι χωρίς να αμύνονται ή να αποφεύγουν τα χτυπήματα, ενώ εναλλακτικά αντάλλασσαν χτυπήματα μέχρις ότου ο ένας από τους δυο να κατέρρεε. Νικητής ήταν αυτός που κατόρθωνε να μην χτυπηθεί. Ακόμα καλύτερα ήταν αυτός που κατόρθωνε να μην χτυπηθεί αλλά ούτε και να χτυπήσει τον αντίπαλο, κάνοντάς τον απλά να καταρρεύσει εξουθενωμένος από τις άκαρπες επιθετικές προσπάθειές του.

Σε παραστάσεις αγγείων βλέπουμε τους αντίπαλους να στέκουν αντιμέτωποι με το αριστερό πόδι μπροστά και λυγισμένο το δεξί. Τα χτυπήματα γινόταν κυρίως στο κεφάλι και το πρόσωπο. Οι πύκτες (πυγμάχοι) κατά τον αγώνα τύλιγαν στα χέρια τους ιμάντες οι οποίοι ήταν κατά την περιγραφή που κάνει ο Όμηρος λουρίδες από λεπτό δέρμα βοδιού. Αργότερα στην πρώτη φάλαγγα των δακτύλων πρόσθεταν λουρίδες από σκληρό δέρμα και στο εσωτερικό έβαζαν μαλλί. Από τον 4ο π.Χ. αιώνα έως και τα τέλη του 2ου αιώνα μ.Χ. αντί για τους ιμάντες έβαζαν ένα είδος γαντιού.

Ο αθλητής για να αποφύγει την εξόντωση, «αίρει δάκτυλον» (υψώνει το δάχτυλο), κάνει δηλ. τη χειρονομία με την οποία αποδέχεται την ήττα.

Οι νικητές στην Ολυμπία στεφανωνόταν με ένα στεφάνι από κλαδί αγριελιάς τον κότινο. Αυτή ήταν η μεγαλύτερη τιμή. Όταν επέστρεφαν στην πατρίδα τους οι Ολυμπιονίκες συνήθως έμπαιναν στην πόλη, ανεβασμένοι πάνω σε καταστόλιστα τέθριππα (άρματα που έσερναν 4 άλογα) διαπερνώντας ένα τμήμα του τείχους, που κατεδαφιζόταν ειδικά για το σκοπό αυτό. Και αυτό επειδή δεν ήταν δυνατόν ένας τέτοιος άνθρωπος, που θεωρούνταν ημίθεος, να εισέλθει στην πόλη από τις συνήθεις πύλες που χρησιμοποιούσαν οι κοινοί θνητοί.

Στη συνέχεια ο νικητής πρόσφερε θυσία στο θεό προστάτη της πόλης και του αφιέρωνε το στεφάνι του. Ακολουθούσε εορταστικό δείπνο στο οποίο καθόταν όλη η πόλη. Τους συνόδευε η δόξα και ο θαυμασμός για όλη τους τη ζωή. Άλλα προνόμια που έδιναν στους νικητές ήταν η ισόβια σίτισή του με δημόσια δαπάνη, η ατέλεια (φορολογική απαλλαγή).

Πόσο υπερήφανους άραγε έκανε τους πολίτες των Ερυθρών ο Επιθέρσης δυο φορές Ολυμπιονίκης στην πυγμαχία! Φαντάζομαι την υποδοχή του στην πόλη. Αυτός πάνω στο άρμα με τα λευκά άλογα. Τέσσερα σαν τους Ίππους όπως έλεγαν τα νησάκια απέναντι από την πόλη. Το πλήθος να ζητωκραυγάζει. Ο Επιθέρσης να πηγαίνει και να αφιερώνει το στεφάνι του στον θεό προστάτη της πόλης.

Τίποτα δεν τον θυμίζει στο σημερινό τουρκικό ψαροχώρι Ιλντίρ που πήρε τη θέση του ελληνικού Λυθριού μετά το 1922. Την ηχώ από την υποδοχή του χεροδύναμου Έλληνα σβήνουν τα τραγούδια από τις κοντινές ψαροταβέρνες του εύθραυστου διάσημου τούρκου τραγουδιστή Ζεκί Μουρέν που ένα νησάκι απέναντί φέρει σήμερα το όνομα του.

Όπως αναφέρει ο Παυσανίας (Ελλάδος περιήγησις):

Οι Ερυθραίοι του είχαν στήσει άγαλμα στην Ολυμπία, έργο του μεγάλου Ρόδιου γλύπτη Πυθοκρίτου. Ένα μέρος του βάθρου του αγάλματος βρέθηκε το 1879, στα νότια του ναού του Ολυμπίου Διός. Πρόκειται για ένα ογκόλιθο από πεντελικό μάρμαρο, με οπή στο πίσω μέρος για να δένει με σφιγκτήρες σε ένα άλλο κομμάτι.

Η επιγραφή λέει:

“Ο λαός των Ερυθρών (αφιέρωσε αυτό το άγαλμα του) Επιθέρση γιού του Μητροδώρου που ήταν δύο φορές νικητής στην πυγμαχία ανδρών στην Ολυμπία και νίκησε σε όλους τους μεγάλους αγώνες. Ο Πυθόκριτος ο γιος του Τιμοχάρη, έκανε (το άγαλμα).”

Η ημερομηνία της επιγραφής μπορεί να προσδιοριστεί από το όνομα του γλύπτη Πυθοκρίτου που τον αναφέρει ο Πλίνιος και που το όνομα του βρέθηκε σε δυο Ροδιακές επιγραφές σε βάθρα αγαλμάτων του. Φαίνεται πως άκμασε στο τέλος του τρίτου ή στην αρχή του δεύτερου αιώνα π.Χ.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Σχετικά άρθρα