Προπόνηση, Κίνηση και Συναίσθημα

Περισσότερο από δυόμισι χιλιάδες χρόνια πριν, ο Έλληνας φιλόσοφος Επίκτητος διατύπωσε ότι “ο άνθρωπος δεν συγκινείται από τα γεγονότα, αλλά απλώς από την άποψή του για αυτά”. Με αυτό ο Επίκτητος άφησε να εννοηθεί ότι η αντίληψη οδηγεί στο συναίσθημα, το οποίο με τη σειρά του οδηγεί σε κίνηση που απαντά σε αυτό το συναίσθημα.

του Γεωργίου Σκόλια

Τον δέκατο ένατο αιώνα, οι ψυχολόγοι συμφώνησαν ότι το συναίσθημα είναι η αντίδραση του εγκεφάλου για την αντίληψη (συνειδητή ή υποσυνείδητη) των φυσιολογικών αλλαγών και προκαλείται από ένα εσωτερικό ή εξωτερικό γεγονός. Χάρη στις σύγχρονες έρευνες στις νευροεπιστήμες, αρχίζουμε να προσδιορίζουμε τα μονοπάτια του εγκεφάλου που συνδέονται στενά με το συναίσθημα, καθώς και με την κίνηση.

Όλως περιέργως, τα μονοπάτια της κίνησης διασταυρώνονται με τα συναισθηματικά κέντρα του εγκεφάλου, δείχνοντάς μας ότι εκτός από την κίνηση που μπορεί να δημιουργηθεί σε απάντηση σε ένα συναίσθημα, τα συναισθήματα, επίσης, μπορεί να εμφανιστούν ως απάντηση στην κίνηση. Αυτά τα συναισθήματα μπορούν εξίσου εύκολα να είναι ευτυχία και χαρά, αλλά θα μπορούσαν επίσης να είναι φόβος και άγχοςανάλογα με τις αντιλήψεις και τις σκέψεις του ατόμου.

Γνωρίζοντας τα παραπάνω μπορούμε να καταλάβουμε ότι η προπόνηση μπορεί να προκαλέσει ισχυρές συναισθηματικές αντιδράσεις, που μπορεί να έχουν τόσο θετικές όσο και αρνητικές συνέπειες.

Ερεθίσματα από διάφορες πηγές εισέρχονται στον ανθρώπινο εγκέφαλο μέσω διαφορετικών οδών, όπως η όραση, η ακοή και η ιδιοδεκτικότητα από διάφορους τύπους υποδοχέων στο σώμα.

Με τη συντονισμένη δράση όλων αυτών των τμημάτων το κεντρικό νευρικό σύστημα επιτρέπει την εκτέλεση σκόπιμων κινήσεων, συμπεριλαμβανομένης και της μετάφρασης της σκέψης και της θέλησης σε κινητική δράση.

Κάθε μία από αυτές τις δομές έχει τη δική της λειτουργία για να βοηθήσει να παραχθεί μία ποικιλία αντιδράσεων συμπεριφοράς, συμπεριλαμβανομένης της κίνησης, της ρύθμισης της θερμοκρασίας, της λήψης τροφής, της σεξουαλικής ορμής, της συναισθηματικής έκφρασης και της περιέργειας.

Είναι μία σειρά πληροφοριών που ενεργοποιεί διάφορες περιοχές του εγκεφαλικού φλοιού, μέσω νευρικών οδών, για να προκληθεί η κατάλληλη απάντηση και να προετοιμαστεί το σώμα μέσω των ορμονών του άξονα υποθαλάμου – υπόφυσης – επινεφριδίων.

Στο μεγαλύτερο μέρος αυτές οι συμπεριφορικές απαντήσεις στα ερεθίσματα αφορούν την επιβίωση και συχνά συμβαίνουν υποσυνείδητα, πράγμα που σημαίνει ότι τυπικά δεν έχουμε ιδέα ότι οι απαντήσεις αυτές συμβαίνουν, μέχρι το συνειδητό μέρος του εγκεφαλικού φλοιού να ενεργοποιηθεί. Πριν ακόμη γίνει συνειδητό ένα ερέθισμα, ένας χείμαρρος φυσιολογικών αντιδράσεων έχει ήδη συμβεί για την ταχεία προετοιμασία του σώματος για να κινηθεί μακριά από το ερέθισμα (απάντηση μάχης ή φυγής) ή να κινηθεί προς το ερέθισμα (ανταμοιβή).

Φυσικά, η απάντηση αποφυγής του ερεθίσματος είναι πολύ διαφορετική από την απάντηση προς το ερέθισμα. Κατά τη διάρκεια της απάντησης αποφυγής ενεργοποιείται ο υποθάλαμος, ο οποίος με τη σειρά του ενεργοποιεί την υπόφυσηη οποία διεγείρει στη συνέχεια τα επινεφρίδια να παράγουν κορτιζόλη και αδρεναλίνηγεγονός που αναφέρεται ως άγχος.

Κατά τη διάρκεια της απάντησης προς το ερέθισμα, ο εγκέφαλος απελευθερώνει ντοπαμίνη, γεγονός που δημιουργεί την αίσθηση της ευχαρίστησης.

Οι έρευνες δείχνουν ότι σε κάθε νέα εμπειρία, ο εγκέφαλος θα ξεκινήσει για πρώτη φορά απάντηση αποφυγής του ερεθίσματος, ως ένας προστατευτικός μηχανισμός, προτού πεισθεί ότι δεν υπάρχει καμία απειλή. Μετά από αυτό θα είναι σε θέση να κινήσει τα μονοπάτια ανταμοιβής στον εγκέφαλο και να ενεργοποιήσει μία απάντηση προς το ερέθισμα.

Αυτό που συμβαίνει στο εσωτερικό του εγκεφάλου ενός αθλητή ή γυμναζομένου, όταν προσπαθούμε να του μάθουμε νέες ασκήσεις – κινήσεις, ειδικά σε ένα νέο για αυτόν περιβάλλον και με άγνωστο σε αυτόν γυμναστή – προπονητή, είναι μία απάντηση αποφυγής του ερεθίσματος. Εάν το άτομο δεν νιώσει ότι βρίσκεται σε ένα φιλικό περιβάλλον, θα συνεχίσει να βρίσκεται σε απάντηση αποφυγής του ερεθίσματος. Αν και δεν υπάρχουν ακόμη έρευνες που να αποδεικνύουν ότι σε αυτή τη συναισθηματική κατάσταση το άτομο δεν μπορεί να αναπτύξει νέες νευρολογικές οδούς για τη βελτιστοποίηση της ικανότητας κίνησης και την αύξηση της λειτουργικότητας, το πιο πιθανό είναι ότι κάτι τέτοιο είναι αδύνατο να συμβεί.

Η συναισθηματική κατάσταση του αθλητή ή γυμναζομένου και η στάση του απέναντι στην προπόνηση μπορεί πραγματικά να επηρεάσει την ικανότητα του να μάθει νέα κινητικά πρότυπα και το πώς αυτά απομνημονεύονται από τον εγκέφαλο, με αποτέλεσμα η προπόνηση να είναι αποτελεσματική ή αναποτελεσματική. Αν ο εγκέφαλος ενός αθλητή ή γυμναζομένου δεν μπορεί να επεξεργαστεί πολύπλοκα σχήματα κίνησης και ασκήσεις, διατρέχουμε τον κίνδυνο ανάπτυξης λάθος νευρικών οδών που οδηγούν σε αναποτελεσματική προπόνηση.

Οι σκέψεις μας, οι τοποθετήσεις μας και οι μνήμες είναι εξίσου ικανές να προκαλέσουν μία απάντηση αποφυγής του ερεθίσματος ή απάντησης προς το ερέθισμα.

Επομένως, εάν ένας αθλητής ή γυμναζόμενος έχει μια αρνητική εμπειρία λόγω της αδυναμίας του γυμναστή – προπονητή να αφαιρέσει την απάντηση αποφυγής στην πρώτη προπόνηση, η ικανότητα του αθλητή ή γυμναζομένου να μάθει τις νέες ασκήσεις – κινήσεις θα μειωθεί σημαντικά.

Αν η απάντηση αποφυγής εξακολουθεί να υφίσταται κατά τη διάρκεια της πρώτης προπόνησης, οποιαδήποτε σχέση με την αρνητική εμπειρία θα μεγεθύνεται, γεγονός που δυνητικά οδηγεί σε πρόωρη εγκατάλειψη της μάθησης νέων κινητικών προτύπων. Αυτό το αυξημένο επίπεδο ευαισθησίας είναι καλά εδραιωμένο στις έρευνες για τον πόνο. Έχει αποδειχθεί ότι η ανάμνηση ενός τραυματισμού κάνει τον εγκέφαλο πιο ευαίσθητο στον πόνο, ακόμα και όταν η τραυματισμένη περιοχή έχει επουλωθεί.

Το καλό είναι ότι ο εγκέφαλος έχει τη δυνατότητα να διαγράψει ή να αντικαταστήσει στη μνήμη του μία κακή εμπειρία. Ο εγκέφαλος, όπως μαθαίνει από τις αρνητικές εμπειρίες, επεξεργάζεται επίσης και τις θετικές εμπειρίες. Ωστόσο, επειδή η προεπιλεγμένη κατάσταση του εγκεφάλου είναι η απάντηση αποφυγής, χρειάζεται πολύ περισσότερη προσπάθεια για τον εγκέφαλο να αντιληφθεί μία θετική εμπειρία από μία αρνητική.

Ο Roy Sugarman, ένας από τους κορυφαίους επιστήμονες που ειδικεύεται στην κίνηση και τη νοητική λειτουργία, δήλωσε πρόσφατα ότι χρειάζονται τρεις έως πέντε θετικές εμπειρίες για την εξάλειψη μίας αρνητικής.

Αυτό σημαίνει ότι ακόμα κι αν είναι δυνατό για τον εγκέφαλο να παρακάμψει μία αρνητική ανάμνηση, χρειάζεται μεγάλη προσπάθεια και υπομονή από τον γυμναστή – προπονητή και τον αθλητή ή γυμναζόμενο για να επιτευχθεί αυτό.

Περιττό να πούμε ότι η καλύτερη στρατηγική θα ήταν να αποφευχθούν εντελώς οι αρνητικές εμπειρίες και να είμαστε επιμελείς στη δημιουργία θετικών συναισθηματικών αντιδράσεων κατά τη διάρκεια της προπόνησης ανά πάσα στιγμή.

Οι γυμναστές – προπονητές πρέπει να κατανοήσουν σε μεγάλο βαθμό πώς κινείται το ανθρώπινο σώμα, χρησιμοποιώντας τη γνώση στη φυσιολογία, τη λειτουργική ανατομία, την κινησιολογία και την εμβιομηχανική. Αλλά αν θέλουμε να βοηθήσουμε τους αθλητές ή γυμναζομένους να βελτιώσουν την ικανότητά τους για κίνηση, πρέπει να πάρουμε σοβαρά υπ’ όψιν μας και το ανθρώπινο συναίσθημαΑν ο εγκέφαλος δεν είναι έτοιμος να επεξεργαστεί τις πληροφορίες, η προπόνηση θα είναι αναποτελεσματική. Από την αντίθετη πλευρά, αν ο εγκέφαλος είναι έτοιμος, ένα καλά σχεδιασμένο προπονητικό πρόγραμμα μπορεί να προκαλέσει μια ισχυρή θετική συναισθηματική αντίδραση, η οποία μπορεί να οδηγήσει σε μεγάλα ψυχολογικά οφέλη, που θα μπορούσαν να αντισταθμίσουν ακόμη και τα φυσιολογικά οφέλη.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Σχετικά άρθρα
Διαβάστε περισσότερα

Ανάκαμψη από την προπόνηση

Η ανάκαμψη σπάνια ενσωματώνεται στα προπονητικά προγράμματα. Ωστόσο, τα οφέλη της είναι τεκμηριωμένα, τόσο όσον αφορά τη βελτίωση των επιδόσεων, αλλά και τη μείωση των τραυματισμών.…